30.4.14

Να σε σφιξω στην αγκαλιά μου και να μην φυγεις ποτέ.


Να γύριζα το χρόνο πίσω και να μην μπορούσα να σε αγαπήσω, να έμενα μόνη και
να έσπαγαν τώρα τα ξένα κρεβάτια που κοιμήθηκα.
Να ξυπνούσα αύριο και να ήσουν ένα κακό όνειρο, να ήμουν πάλι 16 και να έβγαινα Εξάρχεια για μπύρες.
Να μην πόναγε τόσο.
Να έμπαινα στο αμάξι σου 10 μέρες πριν τις πανελλήνιες και να μου αφιέρωνες το τραγούδι μας.
Να κάναμε έρωτα στο στρώμα , 5 εκατοστά από το πάτωμα και να με έπαιρνες την πρώτη αγκαλιά που αργότερα θα δήλωνες πως δεν την αλλάζεις με τίποτα.
Να πηγαίναμε στα τσάο στις 5 το πρωί και εμένα να μου πέφτει το πιρούνι και η μισή πίτσα κάτω
και εσύ να γελάς και να μου λες για τα φυτά στη σχολή σου που δεν σου δίνουν σημειώσεις.
Να μου έστελνες μήνυμα πως με ερωτεύεσαι κάθε μέρα και πιο πολύ.
Να χτυπούσες το κουδούνι και να κράταγες λουλούδια στα χέρια.

Να γύριζα το χρόνο πίσω και να μην τα έδινα όλα, να είχα κάτι τώρα.
Για όλα αυτά που έφυγαν και δεν θα ξαναγυρίσουν ποτέ,
για όλα εκείνα που θα έρθουν
 και θα φύγουν και αυτά από το παράθυρο που ανοίγεις για να καπνίσεις κάθε μέρα το τσιγάρο σου.
Χωρίς να σε νοιάζει πια που μυρίζεις old holborn από τα μαλλιά ως την κάλτσα.
Χωρίς να σε νοιάζει που ψάχνω ανώδυνο τρόπο να φύγω και έναν ψυχοφθόρο να με διεκδικήσεις.
Χωρίς σάλτσες, χωρίς τύψεις πλέον.


18.4.14

για αυτόν που ξέρει γιατί κλαίω κάθε φορά : Θα με διέγραφες;


Έχω χωρίσει το μυαλό μου στα δύο.
Από τη μία μαύρο και από την άλλη άσπρο.
Αποφάσισα να βάζω μπροστά την άσπρη μεριά, αυτή που αντανακλά τον ήλιο.

Μα είναι φορές που ξυπνάω και από τον ύπνο έχει έρθει η μαύρη εμπρός 
και ρουφάω όλο τον ήλιο, καίγομαι και νιώθω εγκλωβισμένη, παγιδευμένη στο μαύρο κουτί.

Το ξέρεις, αυτά με τα κουτιά και τα μπάσταρδα σκυλιά είναι μόνο παρομοιώσεις ε;
Ξέρεις τι θέλω να πω ε;
Ξέρεις.
Και φαντάζεσαι ,πιστεύω, πως δεν με νοιάζει στα αλήθεια ποιο είναι το μπάσταρδο και ποιο το καθαρόαιμο σκυλί, αρκεί να μην έβαλες στο σπίτι μας άλλο ζώο και ας ήταν ο μεγαλύτερος κόπρος της Αθήνας.

Επίσης, το ξέρεις πολύ καλά πως για δυο μήνες μου έδειχνες το χειρότερο εαυτό σου , αυτόν που δε σέβεται γενέθλια, καρκίνους , ανθρώπους που κλαίνε και παρακαλάνε για μια εξήγηση, αυτόν που δεν θα τον ονόμαζα άνθρωπο και όμως  κάποτε ήταν και θα είναι ο άνθρωπός μου.

10.4.14

Μπάσταρδα εμείς.

Σε έχω χάσει. Δεν ξέρω που θα σε ξαναβρω.
Δεν ξέρω πού πας και τι ώρα γυρίζεις.


Με έχεις χάσει.Γιατί φοβάμαι να σε ακουμπήσω , φοβάμαι να σε νιώσω και να φάω από τα χέρια σου.Με παράτησες για ένα καθαρόαίμο και πια ξέρεις πως είναι να το βγάζεις βόλτα και όλοι να σε κοιτάνε με θαυμασμό.

Γιατί την πληγή που άνοιξες δεν την καλύπτουν τα χέρια σου πια.