27.5.13

Σε κράτησα απ' έξω για πολύ καιρό, όσο ήμουν μέσα στο δωμάτιο με τα γέλια,και τις απολαύσεις,τις συζητήσεις και τις λέξεις χωρίς νόημα.
Kαι ανοίγω τη πόρτα και περίμενες απ' έξω , σαν να μην πέρασε ούτε μια ώρα, με το γέλιο της μελαγχολίας,και μου πείραζες τα μαλλιά και μου έπιανες το πρόσωπο , και με κοίταζες να δεις αν άλλαξα και ήσουν ευτυχισμένος που βγήκα.

Μα μετάνιωσα τόσο ,
για τόσο
 καιρό
 μακριά σου , που αποφάσισα να πνιγώ σε μια γουλιά νερό που μου προσέφερες.



23.5.13

Ιλιάς

Την Ελένη ποτέ κανείς δεν τη κατηγόρησε για το πόλεμο που ξέσπασε στο όνομά της , ποτέ κανείς.
Και ένας που τόλμησε, τον ανάγκασαν να ξαναγράψει το έργο του πάλι από την αρχή για να αποκαταστήσει τη φήμη της.
Ου νέμεσις, φώναξαν οι δημογέροντες , περνώντας από μπροστά τους η Ελένη, "ου νέμεσις" για μια γυναίκα όμορφη σα θεά , "ου νέμεσις" αλλά ας μπει στα πλοία της να γυρίσει πίσω, μη φέρει και άλλα κακά.

Γιατί αυτό που σε καταστρέφει, κρύβει σχεδόν πάντα μια απροσδιόριστη ιερότητα, και αν βουτήξεις το χέρι σου πιο βαθιά ίσως να δεις πως δεν είναι αυτό το ίδιο που σε σέρνει στο γκρεμό αλλά η δύναμη του κόσμου .

Αν είναι λοιπόν να καταστραφείς , ας γίνει για το πλάσμα που πατάει μισό στη γη και μισό στον Όλυμπο.

16.5.13

υπόψιν.

Να το ξέρεις, όταν θα σε ξαναδώ ο κόσμος θα σταματήσει για λίγο να γυρίζει.
Τίποτα δεν θα είναι όπως πριν.
Η γη θα συνεχίσει βέβαια να κινείται, αλλά για μένα θα έχει καθυστερήσει κάτι δευτερόλεπτα.

Μικρό το τίμημα για τόσο καιρό μακριά σου..

15.5.13

Νοικοκυρά σε κατάθλιψη

Σαν να  σφουγγαρίζεις όλο το δωμάτιο ξεκινώντας από την πόρτα και να μένεις τελικά παγιδευμένος σε ένα στεγνό τετραγωνάκι μέσα στη μέση ..
Έτσι νιώθω, και μπορώ να κλαίω μέχρι όλο να στεγνώσει.

14.5.13

τροφή για σκέψη.

Η ύψιστη προδοσία  είναι η αμφιβολία.
και ο μόνος τρόπος που έχω να σε εκδικηθώ είναι αυτές οι δυο γραμμές, διότι το σημαίνον καλό μου πλάσμα , ουδεμία σχέση με το σημαινόμενον.
Μπορώ να γράψω αγάπη με το αίμα κάποιου άλλου. Και τότε; θα έχω όντως γράψει αγάπη;





1.5.13

πρώτη του πρώτου.

Την περίμενε τη πρωτοχρονιά δυο μήνες τώρα, 
ξέρει τι θα φορέσει, πώς θα βαφτεί τι θα μαγειρέψει
πήγε ψώνισε χωρίς τσιγκουνιές, χωρίς μέτρημα, όσο βγει, πρέπει να νιώσω γιορτές, είπε.
Ήρθε η ώρα να τον πάρει τηλέφωνο , να κανονίσουν τα τελευταία.

Δεν θυμόταν τηλέφωνο, ούτε πού μένει, ούτε πότε είναι τα γενέθλιά του, ούτε αν φοράει ακόμη εκείνο το γκρί πουλόβερ με την τρύπα στο μανίκι, όλα διαγραμμένα, όλα παρελθόν.
Τελευταία φορά που την πατάω έτσι, είπε.
Ήρθε η πρωτοχρονιά και στο ψυγείο της έχει σαπίσει και το ρόδι που θα έσπαγε.
Ξέρετε, για το γούρι.